Παρόλο που δεν υπήρχε πόρτα μπήκαμε κάπου.
Ακόμα δεν ξέραμε πως να προχωρήσουμε
Με την ερώτησή μας χλωρή στο χέρι
Αν ήταν ένα πηγάδι θα μπορούσαμε να πετάξουμε μια πέτρα
Και να περιμένουμε την απάντηση
Ή ίσως έφτανε να αποσπάσουμε κάποιο στοιχείο
(ένα φυτό, λίγο χώμα, δείγμα νερού)
Για να εξαγάγουμε τα συμπεράσματά μας:
Δηλαδή με επίθεση ή κλεψιά.
Αποφασίσαμε να ξεχαστούμε μέσα στη μικρή μας χορογραφία.
Να ξεχνάς όπως και να εισέρχεσαι είναι μια αναχώρηση
Τι έπρεπε να αφήσουμε πίσω;
Σε ολόκληρο τον τόπο καθώς ψάχναμε
Αυτό που εμείς θα ονομάζαμε κέντρο
Δεν υπήρχε παρά η αίσθηση της εκκίνησης.
Το πεδίο μια κλειστή γροθιά που δεν θα έδειχνε.
Κύματα ύλης που μετατοπίζονται, που συνορεύουν σπρωγμένα, με άλλη ύλη, που υποκαθίστανται, μεταφέρονται, θάβονται και αναδύονται. Εκεί που ήταν θάλασσα ένα απέραντο και ακίνητο χώμα. Άδειος τοπος μέσα στην πόλη της συσσώρευσης. Ανένταχτος και ξένος, χωρίς αξία χρήσης, χωρίς σημεία αναγνώρισης, σημάδια που χρειάζονται αποκωδικοποίηση. Η μανία συλλογής και καταγραφής αναστέλλεται Το σώμα μπορεί να τον διασχίσει, μπορεί να σταθεί και να αγγιχτεί από αέρα και φως, να μείνει για λίγο μετέωρο. Δεν είναι ωραίο. Οριοθετείται αριστερά και δεξιά από τις τσιμεντένιες κοίτες δύο αρχαίων ποταμών. Τώρα θαμένων. Η πόλη κατάπιε τα δύο ποτάμια της. Είναι το δυστοπικό πάρκο μιας δυστοπικής πολιτείας. Μακάρι να έμενε έτσι όπως είναι. Χωρίς γήπεδα, χωρίς παγκάκια, χωρίς αναψυκτήρια, χωρίς συντριβάνια, χωρίς τίποτα να κάνεις από το να περπατήσεις ελεύθερα. Το περπάτημα είναι ερώτηση και άγγιγμα. Το περπάτημα αναζητά τη δυνατότητα.
text | images K. Iliopoulou
No comments:
Post a Comment